Το κάστρο της Πάτρας είναι χτισμένο σε χαμηλό λόφο του Παναχαϊκού σε απόσταση περίπου 800 μέτρων από την ακτή. Οικοδομήθηκε από τον Ιουστινιανό περίπου το 551 μ.Χ. για την άμυνα της περιοχής και ανήκει στα λεγόμενα κεφαλόκαστρα της Πελοποννήσου.
Η αρχαία Ακρόπολη των Πατρών είναι το καλύτερο σημείο για να αγναντέψει κανείς από ψηλά την πόλη. Από αυτό το σημείο αγνάντευε ο ιωνικής καταγωγής Εύμηλος, οικιστής και βασιλιάς της πρώτης μικρής πόλης που χτίστηκε εδώ. Τίποτα φυσικά δε σώθηκε απ’ αυτόν, πέρα από το μύθο που αναφέρει ότι αυτός πρώτος έμαθε να καλλιεργεί σιτάρι στον τόπο του, γι’ αυτό και ονόμασε την πόλη του Αρόη (από την λέξη «άροση»). Τα πρώτα τείχη ήταν μάλλον πλίθινα και γκρεμίστηκαν κατά την κάθοδο των Δωριέων (περίπου 1104 π.Χ.) εναντίον των Αχαιών. Αργότερα, οι Αχαιοί, με βασιλιά των Πρευγένη και το γιό του Πατρέα, από τον οποίο η Αρόη μετονομάστηκε σε Πάτρα, αφού επιτέθηκαν στους Δωριείς, ξαναέγιναν κυρίαρχοι στον τόπο τους.
Στο χώρο της Ακρόπολης (σημερινό Κάστρο) οι κάτοικοι της Αρόης είχαν μνημείο αφιερωμένο στον Ευρύπυλο. Αργότερα έφτιαξαν ναό, στον οποίο λάτρευαν την αρχαιότερη προστάτιδά τους, τη θεά Αθηνά, η οποία μετά το 280 π.Χ., οπότε αναδιοργανώθηκε η Αχαϊκή Συμπολιτεία, ονομάστηκε Παναχαΐδα. Στο ναό της θεάς υπήρχε χρυσελεφάντινο άγαλμά της.
Οι αιώνες που πέρασαν, μαζί και κάποιοι πόλεμοι, κυρίως εκείνος της Αχαϊκής Συμπολιτείας ενάντια στους Ρωμαίους κατακτητές, και οι σεισμοί, ιδιαίτερα ο μεγάλος σεισμός του καλοκαιριού του 551 μ.Χ., αφάνισαν τα τείχη και τα ιερά της Ακρόπολης.
Οι κάτοικοι της Πάτρας δε νοιάζονταν πια να ξαναχτίσουν τα ισοπεδωμένα ιερά της Ακρόπολής τους και της πόλης τους, γιατί προτίμησαν τη νέα θρησκεία του Χριστιανισμού, που τους δίδαξε ο Πρωτόκλητος Απόστολος Ανδρέας.
Αργότερα ο Βυζαντινός Αυτοκράτορας Ιουστινιανός θα χτίσει στο λόφο της αρχαίας ακρόπολης, στη θέση του επάνω μέρους του σημερινού Κάστρου, μικρό φρούριο (βυζαντινό κάστρο), με υλικά προχριστιανικών οικοδομημάτων.
Στο μικρό βυζαντινό κάστρο της Ακρόπολης της Πάτρας που το χτίσιμό του έγινε μετά το σεισμό του 551 μ.Χ., θα κλειστούν το 805 μ.Χ., οι Βυζαντινοί, για να αντισταθούν και να αποκρούσουν την επιδρομή των Σλάβων και των Σαρακηνών, που πολιόρκησαν την πόλη. Τελικά, μετά από αποφασιστική έξοδο ακολούθησε η λαμπρή νίκη των Βυζαντινών.
Όμως το κάστρο της Πάτρας δεν άντεξε αργότερα στο πολιορκητικό χτύπημα των Φράγκων ιπποτών κατά τη διάρκεια της Δ’ Σταυροφορίας. Οι Φράγκοι κατακτητές ανέλαβαν την ενίσχυση και την επέκταση του μισοκατεστραμένου κάστρου. Πιο συγκεκριμένα ο Φράγκος Αρχιεπίσκοπος της Πάτρας Άντελμος ανέλαβε την οχύρωση του φρουρίου και προχώρησε στην ίδρυση πύργων στη δυτική πλευρά. Με τα έργα αυτά, της ανύψωσης και της επέκτασης, το κάστρο πήρε τη σημερινή του, περίπου μορφή.
Το φράγκικο Κάστρο της Πάτρας θα περάσει τους δύο επόμενους αιώνες πολλές περιπέτειες. Το διαφεντεύουν οι Φράγκοι και οι παπικοί της Ρώμης.
Στις αρχές του 15ου αιώνα οι Φράγκοι έχουν χάσει τμήματα της Πελοποννήσου. Τα πλούτη, όμως, της Πάτρας και το λιμάνι της, που έσφιζε από κίνηση, τράβηξαν το ενδιαφέρον των Ενετών, οι οποίοι ζήτησαν την εκμίσθωση της βαρωνίας από το λατίνο αρχιεπίσκοπο, που διατήρησε την πνευματική του δικαιοδοσία. Έτσι, το κάστρο της Πάτρας βρέθηκε στα χέρια των Ενετών.
Στις 19 Μαρτίου 1429, παραμονή των Βαΐων, οι Παλαιολόγοι που έχουν στρατοπεδεύσει στην Πάτρα, πραγματοποιούν επιτυχημένη έφοδο στο κάστρο. Η πόλη ελευθερώνεται και το κάστρο της Πάτρας ύστερα από 225 χρόνια ανήκει και πάλι στους Έλληνες.
Στα 1446, ο σουλτάνος Μουράτ Β’ κυριεύει την Κόρινθο και κατευθύνεται προς την Πάτρα. Τρία χρόνια αργότερα ο Μουράτ Β’ συνθηκολογεί με τον Κωνσταντίνο Παλαιολόγο με τον όρο ότι η Πελοπόννησος θα πληρώνει ετήσιο φόρο. Το πέσιμο της πρωτεύουσας του Βυζαντίου από το Μωάμεθ Β’ και ο θάνατος του Παλαιολόγου είναι η αρχή του τέλους.
Το Μάϊο του 1460, ο Μοριάς προσαρτήθηκε οριστικά στην Οθωμανική Αυτοκρατορία και το κάστρο της Πάτρα θα διατηρηθεί στα τουρκικά χέρια για 66 χρόνια.
Το 1532 θα πολιορκηθεί από τα ισπανικά στρατεύματα του ναύαρχου Ανδρέα Doria. Η τούρκικη φρουρά παραδόθηκε και απομακρύνθηκε προς τη Ναύπακτο. Στη συνέχεια ο Doria, αφού εγκατέστησε φρουρά στην Ακρόπολη, ανέθεσε τη φρούρηση στον Ενετό Αντώνιο Βάρβαρο. Αυτή η κάποια ανάσα για τους Πατρινούς δεν κράτησε πολύ γιατί μετά από έξι μήνες οι Τούρκοι θα διώξουν τους Ισπανούς και θα ξαναπάρουν το Κάστρο.
Στα 1687, 155 χρόνια μετά από εκείνη την ανάσα του Doria, ο Ενετός στρατάρχης Φραγκίσκος Μοροζίνι, ο επικαλούμενος Πελοποννησιακός, κυρίευσε την Πάτρα και το Κάστρο της. Στη διάρκεια της πολιορκίας ο Τούρκος πασάς Μεχμέτ, βλέποντας πως όλα είναι χαμένα, ανατίναξε μέρος του φρουρίου. Σε όλη την περίοδο των 28 χρόνων της Β’ Ενετοκρατίας (1687 – 1715), οι Ενετοί έκαναν τις δυνατές επιδιορθώσεις του Κάστρου.
Το 1714 ένας δυνατός σεισμός προξένησε σοβαρότατες καταστροφές στην πόλη και το κάστρο. Έτσι μισογκρεμισμένο θα το βρουν οι Τούρκοι τον επόμενο χρόνο, που θα το ξανακάνουν δικό τους, αφού η ενετική φρουρά του θα το εγκαταλείψει χωρίς μάχη.
Οι Πατρινοί, που υπέφεραν, όπως και όλοι οι Έλληνες, απ’ το βάρος της τούρκικης σκλαβιάς, μόνο μια φορά σε όλη την υπεραιώνια δεύτερη τουρκοκρατία, ένιωσαν τις καρδιές τους να χτυπούν χαρούμενα. Ήταν το 1770, όταν τα στρατεύματα των Ρώσων αδερφών Ορλώφ, συνεργαζόμενα με τους νησιώτες (Κεφαλλονίτες, Ζακυνθινούς), πολιόρκησαν το Κάστρο τους.
Ήταν Μεγάλη Παρασκευή του 1770, όταν οι Ρώσοι έλυσαν την πολιορκία του Κάστρου της Πάτρας και ταυτόχρονα έδωσαν τέλος στην τούρκικη θηριωδία. Όσοι από τους κατοίκους δεν πρόλαβαν να φύγουν σφάχτηκαν και η πόλη παραδόθηκε στις φλόγες.
Η Πάτρα ήταν ένα σωρός από στάχτες για πολλά χρόνια μέχρι το 1821, οπότε μέσα από τις στάχτες (όχι μόνο της Πάτρας αλλά ολόκληρου του Μοριά) ξεπήδησε η φλόγα της επανάστασης. Οι Τούρκοι έμειναν στο κάστρο της Πάτρας μέχρι το 1828, οπότε το παρέδωσαν αμαχητί στην πολύ ανώτερη δύναμη του γαλλικού εκστρατευτικού σώματος υπό το στρατηγό Μαιζόν (ο οποίος έδωσε το όνομά του στην οδό Μαιζώνος, έναν από τους πιο κεντρικούς δρόμους της πόλης).
Μετά την αποχώρηση των Τούρκων, οι Γάλλοι με την βοήθεια των Πατρινών επιδιόρθωσαν την τάφρο και τα ετοιμόρροπα μέρη του Κάστρου και έστησαν πολλά πυροβολεία. Μάλιστα κατά τη διάρκεια της Γαλλικής Κατοχής οι Γάλλοι άνοιξαν καφενείο, το Café Parisien, στο οποίο προσφερόταν και γαλλικός καφές.
Στις 15 Αυγούστου 1829 οι Γάλλοι παρέδωσαν το Κάστρο της Πάτρας μαζί με αυτό του Ρίου στον Έλληνα φρούραρχο Ράϊκο, ο οποίος ξεκίνησε καινούργιες επισκευές. Από τότε το κάστρο είναι ελληνικό.
Στα τέλη του 19ου αιώνα κάποιος Μιλτιάδης Δόξας, ταξίαρχος και τότε υποψήφιος βουλευτής, ζητούσε την κατεδάφισή του, αίτημα που φυσικά δεν πραγματοποιήθηκε. Μάλιστα, είχε και την υποστήριξη τοπικής εφημερίδας.
Το Κάστρο είχε λειτουργήσει και ως εγκληματικές φυλακές από το 1880 ως το 1926.
Κατά το Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο βομβαρδίστηκε από τους Ιταλούς. Ταρακουνήθηκαν τα τείχη, έπεσε το επάνω μέρος του στρογγυλού δυτικού πύργου και καταστράφηκαν τα στρατιωτικά κτίρια που είχαν προστεθεί στο νοτιοδυτικό εσωτερικό χώρο. Κατά τη διάρκεια της κατοχής γκρεμίζεται ένα μέρος της κύριας εισόδου του μαζί με την τοξωτή καστρόπορτα.
Από το 1950 μέχρι το 1973 ο χώρος του Κάστρου ανήκε στο Δήμο, τον οποίο χρησιμοποιούσε ως φυτώριο. Από το 1973 και μετά το Κάστρο βρίσκεται υπό την εποπτεία της ΣΤ’ Εφορίας Βυζαντινών Αρχαιοτήτων.
Το 1950 έγιναν κάποιες ανασκαφές με διάνοιξη τάφρου δίπλα στα ερείπια της λατινικής εκκλησίας, όπου βρέθηκαν διάφορα ευρήματα. Η λεγόμενη λατινι
Η αρχαία Ακρόπολη των Πατρών είναι το καλύτερο σημείο για να αγναντέψει κανείς από ψηλά την πόλη. Από αυτό το σημείο αγνάντευε ο ιωνικής καταγωγής Εύμηλος, οικιστής και βασιλιάς της πρώτης μικρής πόλης που χτίστηκε εδώ. Τίποτα φυσικά δε σώθηκε απ’ αυτόν, πέρα από το μύθο που αναφέρει ότι αυτός πρώτος έμαθε να καλλιεργεί σιτάρι στον τόπο του, γι’ αυτό και ονόμασε την πόλη του Αρόη (από την λέξη «άροση»). Τα πρώτα τείχη ήταν μάλλον πλίθινα και γκρεμίστηκαν κατά την κάθοδο των Δωριέων (περίπου 1104 π.Χ.) εναντίον των Αχαιών. Αργότερα, οι Αχαιοί, με βασιλιά των Πρευγένη και το γιό του Πατρέα, από τον οποίο η Αρόη μετονομάστηκε σε Πάτρα, αφού επιτέθηκαν στους Δωριείς, ξαναέγιναν κυρίαρχοι στον τόπο τους.
Στο χώρο της Ακρόπολης (σημερινό Κάστρο) οι κάτοικοι της Αρόης είχαν μνημείο αφιερωμένο στον Ευρύπυλο. Αργότερα έφτιαξαν ναό, στον οποίο λάτρευαν την αρχαιότερη προστάτιδά τους, τη θεά Αθηνά, η οποία μετά το 280 π.Χ., οπότε αναδιοργανώθηκε η Αχαϊκή Συμπολιτεία, ονομάστηκε Παναχαΐδα. Στο ναό της θεάς υπήρχε χρυσελεφάντινο άγαλμά της.
Οι αιώνες που πέρασαν, μαζί και κάποιοι πόλεμοι, κυρίως εκείνος της Αχαϊκής Συμπολιτείας ενάντια στους Ρωμαίους κατακτητές, και οι σεισμοί, ιδιαίτερα ο μεγάλος σεισμός του καλοκαιριού του 551 μ.Χ., αφάνισαν τα τείχη και τα ιερά της Ακρόπολης.
Οι κάτοικοι της Πάτρας δε νοιάζονταν πια να ξαναχτίσουν τα ισοπεδωμένα ιερά της Ακρόπολής τους και της πόλης τους, γιατί προτίμησαν τη νέα θρησκεία του Χριστιανισμού, που τους δίδαξε ο Πρωτόκλητος Απόστολος Ανδρέας.
Αργότερα ο Βυζαντινός Αυτοκράτορας Ιουστινιανός θα χτίσει στο λόφο της αρχαίας ακρόπολης, στη θέση του επάνω μέρους του σημερινού Κάστρου, μικρό φρούριο (βυζαντινό κάστρο), με υλικά προχριστιανικών οικοδομημάτων.
Στο μικρό βυζαντινό κάστρο της Ακρόπολης της Πάτρας που το χτίσιμό του έγινε μετά το σεισμό του 551 μ.Χ., θα κλειστούν το 805 μ.Χ., οι Βυζαντινοί, για να αντισταθούν και να αποκρούσουν την επιδρομή των Σλάβων και των Σαρακηνών, που πολιόρκησαν την πόλη. Τελικά, μετά από αποφασιστική έξοδο ακολούθησε η λαμπρή νίκη των Βυζαντινών.
Όμως το κάστρο της Πάτρας δεν άντεξε αργότερα στο πολιορκητικό χτύπημα των Φράγκων ιπποτών κατά τη διάρκεια της Δ’ Σταυροφορίας. Οι Φράγκοι κατακτητές ανέλαβαν την ενίσχυση και την επέκταση του μισοκατεστραμένου κάστρου. Πιο συγκεκριμένα ο Φράγκος Αρχιεπίσκοπος της Πάτρας Άντελμος ανέλαβε την οχύρωση του φρουρίου και προχώρησε στην ίδρυση πύργων στη δυτική πλευρά. Με τα έργα αυτά, της ανύψωσης και της επέκτασης, το κάστρο πήρε τη σημερινή του, περίπου μορφή.
Το φράγκικο Κάστρο της Πάτρας θα περάσει τους δύο επόμενους αιώνες πολλές περιπέτειες. Το διαφεντεύουν οι Φράγκοι και οι παπικοί της Ρώμης.
Στις αρχές του 15ου αιώνα οι Φράγκοι έχουν χάσει τμήματα της Πελοποννήσου. Τα πλούτη, όμως, της Πάτρας και το λιμάνι της, που έσφιζε από κίνηση, τράβηξαν το ενδιαφέρον των Ενετών, οι οποίοι ζήτησαν την εκμίσθωση της βαρωνίας από το λατίνο αρχιεπίσκοπο, που διατήρησε την πνευματική του δικαιοδοσία. Έτσι, το κάστρο της Πάτρας βρέθηκε στα χέρια των Ενετών.
Στις 19 Μαρτίου 1429, παραμονή των Βαΐων, οι Παλαιολόγοι που έχουν στρατοπεδεύσει στην Πάτρα, πραγματοποιούν επιτυχημένη έφοδο στο κάστρο. Η πόλη ελευθερώνεται και το κάστρο της Πάτρας ύστερα από 225 χρόνια ανήκει και πάλι στους Έλληνες.
Στα 1446, ο σουλτάνος Μουράτ Β’ κυριεύει την Κόρινθο και κατευθύνεται προς την Πάτρα. Τρία χρόνια αργότερα ο Μουράτ Β’ συνθηκολογεί με τον Κωνσταντίνο Παλαιολόγο με τον όρο ότι η Πελοπόννησος θα πληρώνει ετήσιο φόρο. Το πέσιμο της πρωτεύουσας του Βυζαντίου από το Μωάμεθ Β’ και ο θάνατος του Παλαιολόγου είναι η αρχή του τέλους.
Το Μάϊο του 1460, ο Μοριάς προσαρτήθηκε οριστικά στην Οθωμανική Αυτοκρατορία και το κάστρο της Πάτρα θα διατηρηθεί στα τουρκικά χέρια για 66 χρόνια.
Το 1532 θα πολιορκηθεί από τα ισπανικά στρατεύματα του ναύαρχου Ανδρέα Doria. Η τούρκικη φρουρά παραδόθηκε και απομακρύνθηκε προς τη Ναύπακτο. Στη συνέχεια ο Doria, αφού εγκατέστησε φρουρά στην Ακρόπολη, ανέθεσε τη φρούρηση στον Ενετό Αντώνιο Βάρβαρο. Αυτή η κάποια ανάσα για τους Πατρινούς δεν κράτησε πολύ γιατί μετά από έξι μήνες οι Τούρκοι θα διώξουν τους Ισπανούς και θα ξαναπάρουν το Κάστρο.
Στα 1687, 155 χρόνια μετά από εκείνη την ανάσα του Doria, ο Ενετός στρατάρχης Φραγκίσκος Μοροζίνι, ο επικαλούμενος Πελοποννησιακός, κυρίευσε την Πάτρα και το Κάστρο της. Στη διάρκεια της πολιορκίας ο Τούρκος πασάς Μεχμέτ, βλέποντας πως όλα είναι χαμένα, ανατίναξε μέρος του φρουρίου. Σε όλη την περίοδο των 28 χρόνων της Β’ Ενετοκρατίας (1687 – 1715), οι Ενετοί έκαναν τις δυνατές επιδιορθώσεις του Κάστρου.
Το 1714 ένας δυνατός σεισμός προξένησε σοβαρότατες καταστροφές στην πόλη και το κάστρο. Έτσι μισογκρεμισμένο θα το βρουν οι Τούρκοι τον επόμενο χρόνο, που θα το ξανακάνουν δικό τους, αφού η ενετική φρουρά του θα το εγκαταλείψει χωρίς μάχη.
Οι Πατρινοί, που υπέφεραν, όπως και όλοι οι Έλληνες, απ’ το βάρος της τούρκικης σκλαβιάς, μόνο μια φορά σε όλη την υπεραιώνια δεύτερη τουρκοκρατία, ένιωσαν τις καρδιές τους να χτυπούν χαρούμενα. Ήταν το 1770, όταν τα στρατεύματα των Ρώσων αδερφών Ορλώφ, συνεργαζόμενα με τους νησιώτες (Κεφαλλονίτες, Ζακυνθινούς), πολιόρκησαν το Κάστρο τους.
Ήταν Μεγάλη Παρασκευή του 1770, όταν οι Ρώσοι έλυσαν την πολιορκία του Κάστρου της Πάτρας και ταυτόχρονα έδωσαν τέλος στην τούρκικη θηριωδία. Όσοι από τους κατοίκους δεν πρόλαβαν να φύγουν σφάχτηκαν και η πόλη παραδόθηκε στις φλόγες.
Η Πάτρα ήταν ένα σωρός από στάχτες για πολλά χρόνια μέχρι το 1821, οπότε μέσα από τις στάχτες (όχι μόνο της Πάτρας αλλά ολόκληρου του Μοριά) ξεπήδησε η φλόγα της επανάστασης. Οι Τούρκοι έμειναν στο κάστρο της Πάτρας μέχρι το 1828, οπότε το παρέδωσαν αμαχητί στην πολύ ανώτερη δύναμη του γαλλικού εκστρατευτικού σώματος υπό το στρατηγό Μαιζόν (ο οποίος έδωσε το όνομά του στην οδό Μαιζώνος, έναν από τους πιο κεντρικούς δρόμους της πόλης).
Μετά την αποχώρηση των Τούρκων, οι Γάλλοι με την βοήθεια των Πατρινών επιδιόρθωσαν την τάφρο και τα ετοιμόρροπα μέρη του Κάστρου και έστησαν πολλά πυροβολεία. Μάλιστα κατά τη διάρκεια της Γαλλικής Κατοχής οι Γάλλοι άνοιξαν καφενείο, το Café Parisien, στο οποίο προσφερόταν και γαλλικός καφές.
Στις 15 Αυγούστου 1829 οι Γάλλοι παρέδωσαν το Κάστρο της Πάτρας μαζί με αυτό του Ρίου στον Έλληνα φρούραρχο Ράϊκο, ο οποίος ξεκίνησε καινούργιες επισκευές. Από τότε το κάστρο είναι ελληνικό.
Στα τέλη του 19ου αιώνα κάποιος Μιλτιάδης Δόξας, ταξίαρχος και τότε υποψήφιος βουλευτής, ζητούσε την κατεδάφισή του, αίτημα που φυσικά δεν πραγματοποιήθηκε. Μάλιστα, είχε και την υποστήριξη τοπικής εφημερίδας.
Το Κάστρο είχε λειτουργήσει και ως εγκληματικές φυλακές από το 1880 ως το 1926.
Κατά το Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο βομβαρδίστηκε από τους Ιταλούς. Ταρακουνήθηκαν τα τείχη, έπεσε το επάνω μέρος του στρογγυλού δυτικού πύργου και καταστράφηκαν τα στρατιωτικά κτίρια που είχαν προστεθεί στο νοτιοδυτικό εσωτερικό χώρο. Κατά τη διάρκεια της κατοχής γκρεμίζεται ένα μέρος της κύριας εισόδου του μαζί με την τοξωτή καστρόπορτα.
Από το 1950 μέχρι το 1973 ο χώρος του Κάστρου ανήκε στο Δήμο, τον οποίο χρησιμοποιούσε ως φυτώριο. Από το 1973 και μετά το Κάστρο βρίσκεται υπό την εποπτεία της ΣΤ’ Εφορίας Βυζαντινών Αρχαιοτήτων.
Το 1950 έγιναν κάποιες ανασκαφές με διάνοιξη τάφρου δίπλα στα ερείπια της λατινικής εκκλησίας, όπου βρέθηκαν διάφορα ευρήματα. Η λεγόμενη λατινι